Αναγνώστες

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011

Αυτός ο κόσμος μπορεί ν' αλλάξει Κεμάλ...

Της Κατερίνας Επιτροπάκη*


Τα κόμματα που θέλουμε αντανακλούν τις κοινωνίες που επαγγελλόμαστε. Μέρος της διαφοράς της ανανεωτικής αριστεράς από τα κόμματα της παραδοσιακής αριστεράς είναι ότι δεν έχει στο μυαλό της το μοντέλο της κοινωνίας του «εφηρμοσμένου σοσιαλισμού», με τις δομές, τις ιεραρχίες και εν τέλει τις μεταξύ των μελών της τεράστιες ανισότητες. Αν η κοινωνία των πολιτών έναντι εκείνης των «κολλητών» είναι ζητούμενο, εξίσου ζητούμενο είναι και το κόμμα των μελών που το λέει και το εννοεί. Σε σύγχρονες και δημοκρατικά ανεπτυγμένες κοινωνίες άλλωστε, ελάχιστο μέλλον έχουν κόμματα συγκεντρωτικά ή αρχηγικά. Αυτή θα μπορούσε να είναι η πρώτη, από μια σειρά απαντήσεων στην ερώτηση: τι κόμμα, άραγε, θέλουμε; Γιατί συχνά, μία μέθοδος να αποτυπώσουμε αυτό που θέλουμε, είναι να προσδιορίσουμε καταρχήν αυτά που δεν θέλουμε.



Η εμπειρία μας από τον προηγούμενο κομματικό φορέα που συμμετείχαμε, τον Συνασπισμό (για όσους κάναμε αυτή τη διαδρομή), μας έδειξε, κατά τη γνώμη μου, δύο βασικούς λόγους για τους οποίους το εγχείρημα απέτυχε: Ο πρώτος λόγος αποτυχίας, που χρεώνεται σε ορισμένους συντρόφους (με προέλευση κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, από το ΚΚΕ), ήταν η αντίληψή τους ότι θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ένα «καλό» ΚΚΕ, δηλαδή μια καλύτερη εκδοχή του κόμματος που γνώριζαν ήδη.

Ο δεύτερος λόγος αποτυχίας – που κατά τη γνώμη μου χρεώνεται σε τμήμα της ηγετικής ομάδας επί προεδρίας Ν. Κωνσταντόπουλου – ήταν η καλών αρχικά προθέσεων προσπάθεια μεγαλύτερης συναίνεσης, με τη συνδιοίκηση του κόμματος με το αριστερό ρεύμα, η οποία όμως εν τέλει περνούσε μέσα από την υποστολή του πολιτικού στίγματος της ανανεωτικής αριστεράς, την υποτίμηση δηλαδή επί της ουσίας της πολιτικής και της σημασίας της «ταυτότητας», μέσα από την πρόταξη της διαχείρισης του κόμματος και της τρέχουσας πολιτικής καθημερινότητας.


Αισθάνομαι πως είναι δύο λάθη που δεν πρέπει να επαναλάβουμε στο καινούριο εγχείρημα της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ. Θα πρέπει να μην παγιδευτούμε στο «όραμα» ενός καλού Συνασπισμού, για παράδειγμα των «ημερών Κωνσταντόπουλου», γιατί μάλλον δεν υπάρχει χώρος στον πολιτικό χάρτη για ένα τέτοιο κόμμα.




Θα πρέπει, επίσης, το πολιτικό μας στίγμα να μην υποστέλλεται και ο λόγος μας να μην στρογγυλεύεται ώστε να καταντάει ανούσιος. Ιδιαίτερα σε εποχές κρίσης, ένα κόμμα «άχρουν, άοσμον, άγευστον και πτητικόν», μάλλον δεν θα έχει ιδιαίτερη τύχη, όταν οι καταστάσεις θα επιβάλλουν την ευθαρσή τοποθέτηση στα πράγματα. Θα πρέπει να ενσκήπτουμε σε βάθος στην ιδεολογική και πολιτική διάσταση των πραγμάτων και να μην εξαντλούμαστε σε επιφανειακές αναγνώσεις, ούτε να εγκλωβιζόμαστε στην αγωνία μήπως δεν θα είμαστε αρεστοί σε διάφορες κοινωνικές ομάδες.


Πώς εν τέλει θα προσδιορίζαμε το κόμμα που θέλουμε; Η απάντηση προφανώς δεν είναι μονοσήμαντη και ο καθένας δεν έχει απαραίτητα τα ίδια πράγματα στη σκέψη και στην οπτική μου. Προσωπικά αισθάνομαι έντονη και επιτακτική την ανάγκη να ξεπεράσουμε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τον ίδιο τον εαυτό μας. Να ξεπεράσουμε τις βεβαιότητές μας, την ψυχαναγκαστική πολλές φορές προσήλωσή μας σε αριστερά «ταλμούδ» και ιερές αγελάδες που πολλές φορές η ζωή μας δείχνει πως τα έχει αφήσει πίσω.




Και για να θυμηθώ και ένα στίχο του Ρασούλη, «και οι θεούληδες, οι καημενούληδες, γίνανε ντεμοντέ κι αράζουν». Είναι από το τραγούδι «Αυτός ο κόσμος, μπορεί ν’ αλλάξει Κεμάλ». Και αυτή η Αριστερά, έτσι όπως τη γνωρίζαμε τόσα χρόνια μπορεί ν’ αλλάξει νομίζω. Και η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ έχει την ικανότητα να είναι ο πολιτικός φορέας που θα το κάνει!

* Μέλος της Π.Π.Ε της Δημοκρατικής Αριστεράς

Δεν υπάρχουν σχόλια: