Αναγνώστες

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2009

Η (χαμένη) τιμή της αλήθειας


Του ΣΤΑΘΗ Δ. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Επί της ουσίας: Ο κ. Γιώργος Βότσης σε άρθρο του στην «Ε» (24.VIII.2009) ζητά από «ορισμένους αδιάντροπους να βάλουν χαλινάρι στο στόμα τους» για την κριτική που έκαναν στον κ. Περικλή Κοροβέση περί όσων ο ίδιος είπε για την Αριστερά εν σχέσει με τις μίζες της Ζήμενς, ανακυκλώνοντας -πάντα κατά τον κ. Βότση- όσα εκείνος είχε γράψει σε άλλο άρθρο του, πάλι στην «Ε», στις 13.7.2009.
Για να ξέρουμε για τι μιλάμε, ο κ. Βότσης αναδημοσιεύει στο δεύτερο άρθρο του το «επίμαχο», όπως το προσδιορίζει ο ίδιος, χωρίο του πρώτου, το οποίον κατά λέξιν έλεγε τα εξής:
«...Οι δραστηριότητες της "Ζίμενς" στη χώρα μας έχουν μια εξόχως ενδιαφέρουσα προϊστορία διάστικτη από σκανδαλωδώς χαριστικές πολιτικές ενέργειες. Η κορυφαία το 1990: Η τότε "οικουμενική" κυβέρνηση του Ξεν. Ζολώτα απεφάσισε να ακυρώσει διεθνή διαγωνισμό για την ψηφιοποίηση του ΟΤΕ, που έβαινε προς προκλητικά χαριστική κατακύρωση στη "Ζίμενς" σε σύμπραξη με την Intracom του Σωκ. Κόκκαλη και να προκηρύξει νέο. Και ξαφνικά παρενέβησαν από κοινού οι τρεις πολιτικοί ηγέτες (Αν. Παπανδρέου, Κ. Μητσοτάκης και Χ. Φλωράκης), ανέτρεψαν πραξικοπηματικά την κυβερνητική απόφαση και η κατακύρωση ολοκληρώθηκε -ανοίγοντας διάπλατα το δρόμο για τη συναινετική διαπλοκή και όσα έκτοτε ακολούθησαν. Ανεπιβεβαίωτες φήμες, που ουδέποτε διερευνήθηκαν, προσδιόριζαν τότε τη "μίζα" σε δύο δισ. δρχ. για το κομματικό ταμείο του ΠΑΣΟΚ, άλλα τόσα για τη Ν.Δ. και ένα δισ. για τον ενιαίο τότε "Συνασπισμό". Ποια είναι η όλη αλήθεια, ο Θεός και η ψυχή τους. Το απολύτως βέβαιο κι εύγλωττο είναι το πολιτικό ομόθυμο αρχηγικό πραξικόπημα...».
Μάλιστα, προς επίρρωσιν της άποψής του, ότι δηλαδή επρόκειτο για «ομόθυμο πολιτικό πραξικόπημα» των τριών αρχηγών (Μητσοτάκη, Παπανδρέου, Φλωράκη), ο αρθρογράφος λίγο παρακάτω στο ίδιο άρθρο προσθέτει:
«Θέλουν τώρα να πιστέψουμε ότι το αρχηγικό πραξικόπημα έγινε μόνο και μόνο για το καλό του ΟΤΕ (και της... πατρίδας!) και να δεχθούμε ότι ήταν ανίκανος ο αείμνηστος Ξεν. Ζολώτας, που αρνήθηκε με σθένος να συνδέσει το όνομά του με ένα τεράστιο σκάνδαλο; Ε, όχι...».
Τα πράγματα δεν έγιναν έτσι! Δεν θα μπούμε στην προϊστορία της ιστορίας και πώς από τον Σεπτέμβριο του 1986, μετά από εισήγηση της κυρίας Βάσως Παπανδρέου, μπήκε ταφόπλακα στην ΕΛΒΗΛ και την προσπάθεια των Ελλήνων επιστημόνων να αποκτήσουμε εγχώρια ψηφιακή τεχνολογία, αποφασίζοντας την «επιλογή δύο συστημάτων τεχνολογίας της Ερικσον και της Ζήμενς», αλλά θα σταθούμε από τον Μάρτιο του 1988 και ύστερα.
Τότε, ο πολύς Θεοφάνης Τόμπρας και όχι η Οικουμενική, υλοποιώντας απόφαση του Ανδρέα, αποφάσισε να αναθέσει στη Ζήμενς-Τηλεβιομηχανική και στην Ιντρακόμ την προμήθεια 84.000 ψηφιακών κυκλωμάτων και 20.000 ψηφιακών παροχών δαπάνης 6,6 δισ. δραχμών (συμβάσεις με τις δύο Εταιρείες 7170 και 7160/30.3.1988).
Κι όχι μόνον αυτά. Αλλά κυρίως: με βάση τις συμβάσεις αυτές ο ΟΤΕ ανέλαβε ισχυρές νομικές δεσμεύσεις έναντι των δύο Εταιρειών να προμηθευτεί στο εξής από αυτές όλα τα ψηφιακά που θα χρειαζόταν για το διάστημα 1989-1993, αξίας 70 δισ. δραχμών. (Αυτή η δέσμευση είναι και το «ψητό» της υπόθεσης.)
Αμέσως ο Θεοφάνης Τόμπρας (τον Μάιο του 1989) σε εκτέλεση της παραπάνω συμβατικής δέσμευσης του ΟΤΕ έσπευσε να αναθέσει στις δύο Εταιρείες 470.000 ψηφιακές αξίας 32,5 δισ. δραχμών.
Με αυτήν την απόφαση διαφώνησαν οι συνδικαλιστές τής (κατά τα άλλα «χρηματιζόμενης») Αριστεράς, εκπρόσωποι στο Δ.Σ. του ΟΤΕ, κ. Στρατούλης και κ. Χριστοφορίδης. Σε συνέντευξη Τύπου κατήγγειλαν τις δεσμεύσεις του ΟΤΕ έναντι των δύο Εταιρειών, οι οποίες μάλιστα λειτουργώντας ως καρτέλ μοιράζονταν μεταξύ τους τις δουλειές.
Με τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων οι δύο συμβάσεις δεν υπογράφηκαν κι αναβλήθηκαν για μετά τις εκλογές.
Επί κυβέρνησης Τζαννετάκη η νέα διοίκηση του ΟΤΕ με πρόεδρο τον αείμνηστο Τάσο Μήνη (επίσης βασανισθέντα επί Χούντας, του έσπασαν τα κόκαλα), επανεξέτασε τις συμβάσεις, μείωσε το τίμημα κατά 6 δισ. δραχμές και ταυτοχρόνως κατέληξε σε πόρισμα ότι το τυχόν σπάσιμο των συμβάσεων Τόμπρα θα ανάγκαζε τον ΟΤΕ να πληρώσει αποζημιώσεις πολλών δισ. δραχμών.
Ως εκ τούτου η Διοίκηση Μήνη-Κιουλάφα εισηγήθηκε τον Ιανουάριο του 1990 στον Πρωθυπουργό της Οικουμενικής Ξενοφώντα Ζολώτα και τους τρεις αρχηγούς (Μητσοτάκη, Παπανδρέου, Φλωράκη): ή να δεχθούν τις νέες βελτιωμένες συμβάσεις ή να εμπλακούν σε ατέρμονες δικαστικές διαμάχες με κόστος πολλών δισ. και ταυτοχρόνως την αδυναμία του ΟΤΕ να ικανοποιήσει για πολλά χρόνια τις πάνω από 1.000.000 εκκρεμείς αιτήσεις για νέες τηλεφωνικές συνδέσεις.
Ηταν προφανές ότι για το «καλό της πατρίδας», καθώς ειρωνεύεται ο κ. Βότσης, οι τρεις αρχηγοί δεμένοι χειροπόδαρα απ' τις συμβάσεις Τόμπρα (-Ανδρέα) προέκριναν την πρώτη λύση, χωρίς να διαφωνήσει ο Ξενοφών Ζολώτας, καθώς, πάλι λάθος, λέει ο κ. Βότσης.
Ο μόνος που διεφώνησε ήταν ο τότε υπουργός κ. Γ. Κεφαλογιάννης, αλλά δεν παραιτήθηκε. Αντιθέτως η ΟΜΕ-ΟΤΕ εκτίμησε την απόφαση ως «θετική» και ως τη «μόνη δυνατή λύση» δεδομένων των δεσμεύσεων Τόμπρα (συμβάσεις 7170 και 7160 του 1988).
Προσέτι, ο Χαρίλαος Φλωράκης, όπως τοποθετήθηκε τότε δημοσίως ως εκπρόσωπος του Ενιαίου Συνασπισμού ζήτησε: αμέσως μετά την υπογραφή να βρεθούν τρόποι ώστε «να σπάσουν οι νομικές δεσμεύσεις του ΟΤΕ έναντι των δύο Εταιρειών», να απεξαρτηθεί ο Οργανισμός απ' το μονοπώλιο του καρτέλ Ζήμενς - Ιντρακόμ και για «τις μελλοντικές του ανάγκες να γίνονται ανοιχτοί διαγωνισμοί».
Απ' αυτό το συνοπτικό χρονικό (τα εκτενή στοιχεία του οποίου υπάρχουν κι έχουν δημοσιευθεί με χαρτιά και ντοκουμέντα) η επιλεκτική μνήμη (για την οποίαν κατηγορεί άλλους) του κ. Βότση δεν φαίνεται να ανακαλεί τίποτα, παρά μόνον σπερμολογίες. Ούτε ο Ξενοφών Ζολώτας διεφώνησε, ούτε φυσικά οι προτροπές Φλωράκη πραγματοποιήθηκαν.
Εγινε ακριβώς το αντίθετο. Οι Ζήμενς, Κόκκαλης Ιντρακόμ ελάμβαναν έκτοτε συστηματικώς απευθείας αναθέσεις από τις κυβερνήσεις Μητσοτάκη, Ανδρέα -με τη Ζήμενς από το 1994 κι ύστερα να διαθέτει το 8% των ετησίων εισόδων της στη χώρα για λάδωμα των δύο εναλλασσομένων στην εξουσία κομμάτων, φθάνοντας το 1997 επί κυβέρνησης Σημίτη να υπογράψει την κορυφαία της σύμβαση (την 8002), γνωστή και ως «Μητέρα όλων των Μιζών».
Κατηγορεί ο κ. Βότσης την Αριστερά ότι δεν έχει απαντήσει σε όλα αυτά. Κι εδώ κάνει λάθος!
Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του χρονικού περιγράφεται για τελευταία φορά στην «Αυγή» 23/8/2009 σε άρθρο του κ. Δημήτρη Στρατούλη.
Αν ο κ. Βότσης πιστεύει ότι ο κ. Στρατούλης ψεύδεται, ας τον κατηγορήσει ευθέως.
Αντιθέτως ο κ. Βότσης αναλώνεται σε ανύπαρκτα γεγονότα, όπως ότι η κυβέρνηση Ζολώτα «ακύρωσε διεθνή διαγωνισμό», ενώ στην πραγματικότητα δεν μπορούσε καν να προβεί σε τέτοιον διαγωνισμό. (Πόρισμα Μήνη)
Αβασάνιστα γράφει ότι «παρενέβησαν ξαφνικά από κοινού οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί», ενώ αντιθέτως δέχθηκαν αναγκαστικώς την εισήγηση Μήνη (μήπως «τα 'παιρνε» κι αυτός;), ενώ καταφεύγει σε «ανεπιβεβαίωτες φήμες», καθώς ο ίδιος παραδέχεται (!) ότι «προσδιόριζαν τη μίζα σε δύο δισ. δραχμές για το ΠΑΣΟΚ, άλλα τόσα για τη Ν.Δ. κι ένα δισ. για τον Συνασπισμό».
Δεν ήξερα ότι οι «ανεπιβεβαίωτες φήμες» είναι η πρώτη ύλη για τη σοβαρή δημοσιογραφία, αλλά θα το μάθω κι αυτό -με «όποιον δάσκαλο καθήσω».
«Ποια είναι η αλήθεια, ο Θεός και η ψυχή τους» συνεχίζει ο κ. Βότσης. Ουδεμίαν σχέσιν με την αλήθεια είχεν έκπαλαι ο Θεός (όστις είναι «ένα παιδί που παίζει») και η ψυχή οποιουδήποτε, όταν μάλιστα του την κακολογούν μετά θάνατον οι άλλοι, όπως εν προκειμένω ο κ. Βότσης σμιλεύει τη μνήμη πολλών νεκρών που δεν μπορούν να απαντήσουν.
Λέει ο κ. Βότσης για «φήμες που ουδέποτε διερευνήθηκαν» -γιατί δεν τις διερεύνησε ο ίδιος; Κι αφού δεν μπόρεσε να τις διερευνήσει ώστε να εξακριβώσει αν είναι αληθινές, πώς τις επικαλείται;
Κατόπιν τούτων κι άλλων (αλλά το πράγμα θα καταντήσει πολύ άχαρο), δεν ξέρω ποιος πρέπει να βάλει «χαλινάρι στο στόμα του» και ποιος είναι «αμετροεπής». Ξέρω όμως ότι χρειάζεται «έρκος οδόντων».
Στο χωριό μου όταν κατηγορείς κάποιον χωρίς στοιχεία ότι είναι κλέφτης (ή οτιδήποτε άλλο), μόνον και μόνον για να του δώσεις τάχα μου την ευκαιρία να σου αποδείξει ότι δεν είναι ελέφας, ή σου κόβουν την καλημέρα, ή σε παίρνουν για ένα είδος Πάγκαλου ικανού να κακολογήσει και τη μάνα του.
Κι ένα τελευταίο, για να μη βρικολακιάσει κι ο Χαρίλαος. Γράφει ο κ. Βότσης κατά λέξιν στο άρθρο του της 24.VIII.2009: «Ο Χαρ. Φλωράκης με τον οποίον είχα τότε πολύ καλές σχέσεις (...) αντέδρασε γελώντας όταν τον ρώτησα αν ο "Συνασπισμός" το τσέπωσε το ένα δισ. "Και σαν χωρατό είναι κακό, Γιώργη...". "Τόσο χωρατό, καπετάνιε, όσο και το ότι ο Κόκκαλης ενισχύει το κόμμα;" αντέτεινα. Σοβάρεψε απότομα και ξεστράτισε την κουβέντα»...
Προσωπικώς δεν ξέρω -κι εγώ γνώριζα τον Χαρίλαο- αν «ξεστράτισε την κουβέντα» ο θυμόσοφος ηγέτης, ωστόσο βασίζομαι στα λεγόμενα του κ. Βότση (ο Χαρίλαος δεν ζει για να τον διαψεύσει) και δέχομαι ότι, όντως, ο Φλωράκης «ξεστράτισε την κουβέντα». Ισως γιατί παραήταν πια «κακό το χωρατό, Γιώργη», ίσως κι από στενοχώρια.
Είναι ενίοτε και θέμα ευγένειας, όταν κάποιος σε ρωτάει κατάμουτρα αν τα 'πιασες Καπετάν αντάρτη μου, να μην τον αποπάρεις, αλλά απλώς να αποστρέψεις το πρόσωπο... *

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Αυτός είναι ο εσμός των προβοκατόρων και συναφών επαγγελμάτων που κουρνιάζει στις τάχαμου αντιεξουσιαστικές πασοκοφυλλάδες. Πολύ καλό το άρθρο, αλλά το γελοίο τοτέμ στο βουλευτιλίκι του, καλά ταμπουρωμένο.